Του Μόσχου Λαγκουβάρδου
Κάποτε στεκόμουν στο πεζοδρόμιο της πλατείας Ομονοίας στην Αθήνα κοιτάζοντας την ασταμάτητη κίνηση των δρόμων. Άραγε που πήγαινε όλος αυτός ο κόσμος! Η "Ομόνοια" ήταν τότε ένα μεγάλο στρόγγυλο συντριβάνι που καταλάμβανε σχεόν όλο το κέντρο της πλατείας. Πλήθος κόσμου στριμωχνόταν στα πεζοδρόμια.
Μου θύμισε την ανεμοθύελλα στη Βουνάσα, στα Καβμούνια της Δεσκάτης Γρεβενών. Βρισκόμουν στην κορυφή του βουνού κι έβλεπα από ψηλά, τα σύννεφα που συγκρούονταν το ένα με το άλλο, σαν μια σύγκρουση γιγάντων. Ένιωθα ένα είδο ς μεγαλείου να τα κοιτάζω. Αλλά τους ανθρώπους τους λυπόμουν γιατί μου ήταν άγνωστος ο προορισμός τους.
Θέλοντας τα γράψω αυτό το μικρό δοκίμιο, διάβασα την περικοπή απ΄ το κατά Ματθαίον ευαγγελιο που αναφέρεται στη θεραπεία των εκ γενετής τυφλών. Ένιωσα αμέσως ότι δεν θα μπορούσα να βρω καλύτερη αρχή από αυτήν του Ευαγγελίου που αναγιγνώσκεται στην Εκκλησία το Σάββατο της 12ης εβδομάδος που λέει τα εξής:
" Τω καιρώ εκείνω εκπορευομένου του Ιησού από Ιεριχώ, ηκολούθησεν αυτώ όχλος πολύς. Και ιδού, δύο τυφλοί καθήμενοι παρά την οδόν , ακούσαντες ότι Ιησούς παράγει, έκραξαν, λέγοντες: Ο δε όχλος επετίμησεν αυτοίς , ίνα σιωπήκσωσιν. Οι δε μείζον έκραζον λέγοντες, Ελέησον ημάς, Κύριε Υιός Δαβίδ. Και στας ο Ιησούς εφώνησεν αυτούς και είπε: Τί θέλετε ποιήσω υμίν. Λέγουσιν αυτώ: Κύριε ένα ανοιχθώσιν ημών οι οφθαλμοί. Σπλαχνισθείς δε ο Ιησούς ήψατο των οφθαλμών αυτών και ευθέως ανέβλεψαν αυτών οι οφθαλμοί και ηκολούθησαν αυτώ."
Για να γράψω για το ταξίδι μου στο Θεό, πρέπει να ξέρω ποιός είμαι. Ποιός είναι ο αληθινός εαυτός μου. Οπωσδήποτε δεν είναι αυτός που υποδύεται τον εαυτό μου. Αυτός δεν είναι παρα ένας απατεώνας. Ο αληθινός εαυτός μου είναι το "είναι" μου, που αρέσει στο Θεό. Τον απατεώνα πρός να τον πετάξουμε έξω, για να είμαστε ελεύθεροι με το Χριστό. Θα μου πείτε πώς το ξέρω αυτό. Το ξέρω με το πνεύμα που μου έδωσε ο Θεός και που αυτό ανακαλύπτω στο Χριστό τον αληθινό εαυτό μου.
Για να γίνει όμως αυτό, όπως είπε ο Κύριος, πρέπει να έρθει ο καιρός για να πω "ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου." Ουδείς μπορεί να πει τον Ιησού Κύριο, αν δεν το πει το Πνεύμα του Θεού", λέει η Γραφή. Όταν μας ονειδίζουν γιατί ονομάζουμε τον Ιησού Κύριο, λέει καποιος άγιος, αυτό σημαίνει ότι το Πνεύμα του Θεού αναπαύεται μέσα μας.