Παρασκευή 15 Αυγούστου 2025

Από την Καινή Διαθήκη για τη ζωή

 ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ

 Ας δούμε τώρα  και η Καινή Διαθήκη πως βλέπει τον θάνατο. Η προσκόλληση του ανθρώπου στα υλικά αγαθά πέρα από τις σκοτούρες και τις έγνοιες  οδηγεί τον άνθρωπο στο να χάσει τη ψυχή του. Η ψυχή του γίνεται υλόφρων, ασχολείται δηλαδή μόνο με τα υλικά και καθόλου με τα πνευματικά και έτσι δεν κάνει τίποτα για τη ψυχή του, με αποτέλεσμα να τη χάσει. Κι όμως δεν υπάρχει τίποτε πολυτιμότερο από τη ψυχή του ανθρώπου. Ο ευαγγελιστής  Λουκάς τονίζει: (Ιστ, 26) « τί γὰρ ὠφελεῖται ἄνθρωπος, ἐὰν τὸν κόσμον ὅλον κερδήσῃ, τὴν δὲ ψυχὴν αὐτοῦ ζημιωθῇ; ἢ τί δώσει ἄνθρωπος ἀντάλλαγμα τῆς ψυχῆς αὐτοῦ;»

Η περίπτωση του Λαζάρου, του μαθητή του Κυρίου, είναι χαρακτηριστική για την έννοια της κοίμησης και του θανάτου (Κατά Ιωάννην ΙΑ,11-44), διότι , ενώ όλοι πίστευαν ότι ο Λάζαρος πέθανε, ο Χριστός τους  έλεγε ότι   κοιμήθηκε και  στη συνέχεια τον  ανάστησε. Τότε ο Ιησούς  είπε τη μεγάλη αλήθεια: «ἐγώ εἰμι ἡ ἀνάστασις καὶ ἡ ζωή. Ο πιστεύων εἰς ἐμέ, κἂν ἀποθάνῃ, ζήσεται· καὶ πᾶς ὁ ζῶν καὶ πιστεύων εἰς ἐμὲ οὐ μὴ ἀποθάνῃ εἰς τὸν αἰῶνα». Ο Χριστός με την ανάσταση του Λαζάρου ήθελε να προοικονίσει τη δική του ανάσταση που θα σήμαινε και την ανάσταση όλων των ανθρώπων και το τέλος του θανάτου.

  Υπάρχει λοιπόν ζωή και μετά θάνατον ζωή  και πως είναι αυτή;    Ας διαβάσουμε τα σχετικά χωρία του Ευαγγελίου για τη μέλλουσα ζωή: «Εκείνοι που θα αξιωθούν να απολαύσουν τη μέλλουσα ζωή και την εκ νεκρών ανάσταση ούτε νυμφεύονται ούτε δίδονται σε γάμο. Διότι ούτε και να πεθάνουν πλέον μπορούν, επειδή τα σώματα τους είναι άφθαρτα και αιώνια. Είναι όμοιοι με τους αγγέλους και υιοί του Θεού, υιοί που δεν προέρχονται από φυσική γέννηση, αλλά από την ανάσταση, που ο Θεός θα διατάξει και θα πραγματοποιήσει. Μάθετε, λοιπόν, μας διαβεβαιώνει ο ευαγγελιστής Λουκάς, ότι ο Θεός δεν είναι Θεός νεκρών, αλλά ζωντανών. Διότι όλοι, όσοι έχουν φύγει από την γη και είναι για μας  νεκροί, για το Θεό είναι ζωντανοί, ζουν κοντά του σε διαρκή  επικοινωνία μαζί του.” ( Λουκ. 20, 35-38)

Παρόλα αυτά υπάρχει θάνατος για τον χριστιανό, αλλά τι είδους θάνατος είναι αυτός; Ας ακούσουμε τον Απ. Παύλο  στην προς Ρωμαίους επιστολή (3-23): «ὅσοι ἐβαπτίσθημεν εἰς Χριστὸν Ἰησοῦν, εἰς τὸν θάνατον αὐτοῦ ἐβαπτίσθημεν;  συνετάφημεν οὖν αὐτῷ διὰ τοῦ βαπτίσματος εἰς τὸν θάνατον, ἵνα ὥσπερ ἠγέρθη Χριστὸς ἐκ νεκρῶν διὰ τῆς δόξης τοῦ πατρός, οὕτω καὶ ἡμεῖς ἐν καινότητι ζωῆς περιπατήσωμεν». Πρόκειται για τον θάνατο του παλαιού ανθρώπου της αμαρτίας και την αναγέννησή του δια του θανάτου του Ιησού σε μια νέα ζωή, τη ζωή του Χριστού. Με το βάπτισμα τρεις φορές στα νάματα τα Ιορδάνεια της κολυμβήθρας συμμετέχουμε στην τριήμερη ταφή του Χριστού και όπως αυτός αναστήθηκε, ανασταινόμαστε κι εμείς και ντυνόμαστε με το ένδυμα του  Χριστού (όσοι εις Χριστόν εβαπτίσθημεν Χριστόν ενεδύθημεν), που είναι λευκό και άσπιλο και καλούμαστε να μη το λερώνουμε με τις αμαρτίες μας. Όμως, επειδή είμαστε άνθρωποι και πέφτουμε σε αμαρτίες,   υπάρχει το πλυντήριο της εξομολόγησης  και το  καθαρίζουμε.  Άρα θάνατος υπάρχει γι’ αυτούς που μένουν στην αμαρτία, ενώ για τους χριστιανούς, που βαπτίζονται, εξομολογούνται και κοινωνούν, υπάρχει ζωή αιώνιος. Αυτό εύχεται η εκκλησία στους κεκοιμημένους κατά την νεκρώσιμη ακολουθία. Η πίστη της εκκλησίας είναι ότι πρόκειται για κοιμηθέντες όχι για νεκρούς, τους οποίους θα τους πάρει μαζί του ο Ιησούς, στη δεύτερη παρουσία Του.

Ο απ. Παύλος απαντά στον προβληματισμό πώς θα είναι το σώμα μας μετά τον θάνατο. Για να το καταλάβουμε αυτό μας το δίνει με μια παραβολή. Παρομοιάζει τη ψυχή με το σπυρί του σταριού. Ο θεός που κάνει το σπυρί του σίτου να γίνεται στάχυ, ο θεός  δίνει και το σώμα στους ανθρώπους μετά την ανάσταση των νεκρών. Σπείρεται ο ψυχικός, ο μεταπτωτικός άνθρωπος και γεννιέται ο πνευματικός με τη δύναμη του Κυρίου. Τι είδους όμως σώμα είναι αυτό; Το σώμα αυτό δεν είναι υλικό, δεν είναι φθαρτό, αλλά επουράνιο. Είναι άλλης  διάστασης και άλλης υπόστασης. Είναι σαν το σώμα της Παναγίας που δεν πέθανε, σαν το σώμα του Προφήτη Ηλία που εμφανίστηκε με τον Μωϋσή  στη Μεταμόρφωση, σαν το αναστημένο σώμα του Χριστού που εμφανίστηκε πολλές φορές στους μαθητές.

Για να αποκτήσουμε όμως την αθανασία πρέπει να περάσουμε μέσα από το θάνατο του παλαιού μας ανθρώπου.  Ο Απ. Παύλος απευθυνόμενος προς τους Γαλάτας χριστιανούς γράφει: «Οι μαθητές του Χριστού σταυρώνουν τη σάρκα τους  και την απαλλάσσουν από τα πάθη και τις επιθυμίες τις σαρκικές και αποκτούν τους καρπούς του Αγ. Πνεύματος, την πίστη, την εγκράτεια, την αγάπη, την μακροθυμία, την πραότητα, την αγαθοσύνη, την ειρήνη, τη χαρά κλπ.». Γι αυτό οι παρούσες θλίψεις απεργάζονται την αιώνια δόξα της ανάστασής μας «ἐν παντὶ θλιβόμενοι ἀλλ᾿ οὐ στενοχωρούμενοι, ἀπορούμενοι ἀλλ᾿ οὐκ ἐξαπορούμενοι, διωκόμενοι ἀλλ᾿ οὐκ ἐγκαταλειπόμενοι, καταβαλλόμενοι ἀλλ᾿ οὐκ ἀπολλύμενοι.»

  Ο Χριστός  άδειασε τον εαυτό του από τη θεϊκή περιβολή και τη δόξα και ντύθηκε το χοϊκό και φθαρτό μας σώμα, για να το αφθαρτοποιήσει, να το αθανατίσει και να σώσει τις ψυχές μας.  Ήλθε στη γη, για να μας ανεβάσει στον ουρανό και να μας χαρίσει την αθανασία που είχαμε χάσει. Αξίζει κάθε θυσία, κάθε αγώνας, κάθε στέρηση, κάθε υπομονή γι’ αυτήν την ελπίδα της αιωνίας ζωής.

ΑΠΟ ΤΗ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΚΑΙ ΤΗ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ

Είναι όμως και πολύ ενδιαφέρον να δούμε και τη νεοελληνική παράδοση, πως δηλαδή ο λαός ζει το μεγάλο γεγονός του θανάτου και του κάτω κόσμου. Σε πολλά  δημοτικά τραγούδια ο κάτω κόσμος είναι η αρνητική φωτογραφία του πάνω κόσμου. Ό,τι καλό και ωραίο υπάρχει στον πάνω κόσμο, δεν υπάρχει στον κάτω.

Σ’ ένα  κλέφτικο δημοτικό τραγούδι ο κλέφτης, λαβωμένος, βλέπει να έρχεται το τέλος του και δεν λέει να  αφήσει τη χαρά του πάνω κόσμου, αλλά θέλει να συνεχίσει να κατοικεί κοντά στα ψηλά τα δέντρα με τους παχείς τους ίσκιους, να έχει ένα ανοιχτό παράθυρο στον κόσμο και  τα πουλιά να του φέρνουν τα χαμπέρια από τον πάνω κόσμο. Τι ομορφιά, τι λεβεντιά, πουθενά ο φριχτός ο Άδης με τα τρομακτικά πράγματα της Κόλασης του Δάντη…

Θα σας θυμίσω όμως και τον Κωνσταντή στην παραλογή Του Νεκρού Αδελφού,  όπου η Αρετή δεν καταλαβαίνει ότι ο αδελφός της είναι πεθαμένος, αλλά νομίζει ότι είναι άρρωστος. Να λοιπόν πώς ο λαϊκός ποιητής καταλαβαίνει πώς θα είναι το σώμα μας μετά την ανάσταση.  Θα έχουμε τα χαρακτηριστικά μας, θα είμαστε αναγνωρίσιμοι,  δεν θα είμαστε υλικοί, αλλά πνευματικοί, όπως οι άγγελοι.

Πώς λοιπόν εξηγούνται όλα αυτά που διαβάζουμε στα δημοτικά μας τραγούδια;  Είναι η μαγεία της ελληνικής φύσης, που δεν ξεχνιέται εύκολα,  είναι η ελληνική λεβεντιά που δεν καταβάλλεται παρά μόνο στα μαρμαρένια αλώνια από έναν ακαταμάχητο αντίπαλο, τον Χάρο,  ή μήπως είναι η αναστάσιμη ελπίδα που πέρασε μέσα στη λαϊκή ψυχή; Δεν ξέρω, ίσως κάτι από αυτά ή ίσως όλα αυτά.

Η πίστη μας είναι πίστη χαράς. «Χαίρετε λαοί και αγαλλιάσθε, ότι ο μισθός ημών πολύς εν τοις ουρανοίς». Η αμαρτία και ιδιαίτερα ο εγωισμός και η υπερηφάνεια απομάκρυναν τον άνθρωπο από το Θεό, από τον Παράδεισο.  Ήλθε ο Χριστός και με την ανάστασή του μας έφερε και την δικιά μας ανάσταση,  τη χαρά και την ευτυχία. Γι αυτό και το Πάσχα, που γιορτάζουμε  την Ανάσταση του Κυρίου, είναι η πιο χαρμόσυνη ημέρα. Πάσχα σημαίνει διάβαση, πέρασμα.  Πέρασμα για τους Εβραίους από την αιχμαλωσία των Αιγυπτίων στην ελευθερία της Χαναάν, ενώ για τους χριστιανούς πέρασμα από τη Σταύρωση στην Ανάσταση, από το θάνατο στη ζωή, από τη φθορά στην αφθαρσία. Ας θυμηθούμε τι ψάλλουμε στις αναστάσιμες ημέρες:«Αναστάσεως ημέρα λαμπρυνθώμεν λαοί, εκ γαρ θανάτου προς ζωήν και εκ γης προς ουρανόν Χριστός ημάς διεβίβασεν».«Θανάτου εορτάζομεν νέκρωσιν, Άδου την καθαίρεσιν, άλλης βιοτής της αιωνίου απαρχήν».

Συμπερασματικά: Οι αρχαίοι μας δίδαξαν το μέτρο γι’ αυτή τη ζωή, ο Χριστός όμως μας δίδαξε τη χαρά γι  αυτή τη ζωή και την πίστη για την άλλη ζωή.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου